Η αγκυροβολία σε κάποιο ερημικό κολπίσκο μέσα στην ομορφιά της φύσης είναι ένα από τα πράγματα που κάνουν την ιστιοπλοία τόσο ξεχωριστή. Παρόλα αυτά τόσο η αγκυροβολία όσο και το δέσιμο στο λιμάνι αποτελούν τα μεγαλύτερα άγχη του ταξιδιού αφού απαιτούν μανούβρες και συντονισμένη προσπάθεια του πληρώματος για να μην προκληθούν ζημιές. Η προετοιμασία και η προσεκτική εκτέλεση μας διασφαλίζουν στους χειρισμούς μας.
Διαβάζοντας τους χάρτες μπορούμε να
εντοπίσουμε το κατάλληλο σημείο που θα πάμε να δέσουμε. Τα χαρακτηριστικά του βυθού, είναι τα κύρια σημεία που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας.
Η διαδικασία της αγκυροβολίας έχει ως εξής: Πηγαίνουμε με τη μηχανή παρακολουθώντας το βυθόμετρο. Η άγκυρα φουντάρει όταν σταματήσουμε και μόλις πριν αρχίσουμε να κάνουμε ανάποδα. Με ανάποδα προχωράμε σιγά σιγά, ώστε να πιάσει γερά η άγκυρα.
Προσοχή χρειάζεται όταν ξεκινάμε να κάνουμε ανάποδα λόγω της φοράς της προπέλας που μας πετάει την πρύμνη δεξιά ή αριστερά.
Το έκταμα που πρέπει να αφήσουμε εξαρτάται από τους εξής παράγοντες: Τον τύπο της άγκυρας και της καδένας, το βάθος, τον τύπο του βυθού, τις καιρικές συνθήκες.
Η αγκυροβολία με δύο άγκυρες προσφέρει επιπλέον ασφάλεια στην κακοκαιρία. Υπάρχουν δύο τρόποι να φουντάρουμε με δύο άγκυρες.
Το έκταμα που αφήνουμε όταν φουντάρουμε την άγκυρα εξαρτάται κατά πολύ από το αν χρησιμοποιούμε αλυσίδα ή αγκυρόσχοινο. Η αλυσίδα και το αγκυρόσχοινο έχουν τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μειονεκτήματά τους.
Η καδένα και το αγκυρόσχοινο πρέπει να είναι σημαδεμένα.
Τα σκάφη με πολλά έξαλα χρειάζονται περισσότερο έκταμα γιατί έχουν μεγαλύτερη επιφάνεια προβολής στον αέρα. Όταν φυσάει πολύ, το σκάφος ξεσέρνει.
Μία λίγο μεγαλύτερη άγκυρα κρατάει το σκάφος κατά πολύ καλύτερα.
Αφού έχουμε τελειώσει τη διαδικασία της αγκυροβολίας στο λιμάνι, πρέπει να φερμάρουμε την άγκυρα όσο παίρνει.
Αν δεν έχουμε φουντάρει μέσα σε λιμάνι και ο καιρός το επιτρέπει καλό είναι να βουτήξουμε και να επιβεβαιώσουμε ότι η άγκυρα είναι καλά πιασμένη στο βυθό.
Κακή αγκυροβολία σημαίνει κακός ύπνος και αγωνία όσο είμαστε μακριά από το σκάφος. Αντίθετα, όταν είμαστε σίγουροι ότι έχουμε δέσει σωστά μπορούμε να χαρούμε την παραμονή μας
Διαβάζοντας τους χάρτες μπορούμε να
εντοπίσουμε το κατάλληλο σημείο που θα πάμε να δέσουμε. Τα χαρακτηριστικά του βυθού, είναι τα κύρια σημεία που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας.
Η διαδικασία της αγκυροβολίας έχει ως εξής: Πηγαίνουμε με τη μηχανή παρακολουθώντας το βυθόμετρο. Η άγκυρα φουντάρει όταν σταματήσουμε και μόλις πριν αρχίσουμε να κάνουμε ανάποδα. Με ανάποδα προχωράμε σιγά σιγά, ώστε να πιάσει γερά η άγκυρα.
Προσοχή χρειάζεται όταν ξεκινάμε να κάνουμε ανάποδα λόγω της φοράς της προπέλας που μας πετάει την πρύμνη δεξιά ή αριστερά.
Το έκταμα που πρέπει να αφήσουμε εξαρτάται από τους εξής παράγοντες: Τον τύπο της άγκυρας και της καδένας, το βάθος, τον τύπο του βυθού, τις καιρικές συνθήκες.
Η αγκυροβολία με δύο άγκυρες προσφέρει επιπλέον ασφάλεια στην κακοκαιρία. Υπάρχουν δύο τρόποι να φουντάρουμε με δύο άγκυρες.
Το έκταμα που αφήνουμε όταν φουντάρουμε την άγκυρα εξαρτάται κατά πολύ από το αν χρησιμοποιούμε αλυσίδα ή αγκυρόσχοινο. Η αλυσίδα και το αγκυρόσχοινο έχουν τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μειονεκτήματά τους.
Η καδένα και το αγκυρόσχοινο πρέπει να είναι σημαδεμένα.
Τα σκάφη με πολλά έξαλα χρειάζονται περισσότερο έκταμα γιατί έχουν μεγαλύτερη επιφάνεια προβολής στον αέρα. Όταν φυσάει πολύ, το σκάφος ξεσέρνει.
Μία λίγο μεγαλύτερη άγκυρα κρατάει το σκάφος κατά πολύ καλύτερα.
Αφού έχουμε τελειώσει τη διαδικασία της αγκυροβολίας στο λιμάνι, πρέπει να φερμάρουμε την άγκυρα όσο παίρνει.
Αν δεν έχουμε φουντάρει μέσα σε λιμάνι και ο καιρός το επιτρέπει καλό είναι να βουτήξουμε και να επιβεβαιώσουμε ότι η άγκυρα είναι καλά πιασμένη στο βυθό.
Κακή αγκυροβολία σημαίνει κακός ύπνος και αγωνία όσο είμαστε μακριά από το σκάφος. Αντίθετα, όταν είμαστε σίγουροι ότι έχουμε δέσει σωστά μπορούμε να χαρούμε την παραμονή μας